- εξωστρέφεια
- Όρος της ψυχολογίας που δηλώνει τη συγκεκριμένη κατεύθυνση της ψυχικής ενέργειας (λίμπιντο) σε σχέση προς το αντικείμενο. Κατά την ε., η ψυχική ενέργεια φέρεται πάντοτε προς το αντικείμενο που υπάρχει έξω από τον ψυχικό κόσμο του ατόμου, γεγονός που σημαίνει ότι η γενική συμπεριφορά του ρυθμίζεται σύμφωνα με το αντικείμενο αυτό, δηλαδή με την εξωτερική του πραγματικότητα. Το άτομο που έχει την τάση αυτή λέγεται εξωστρεφές. Η ε. είναι νοσηρό ψυχικό φαινόμενο, καθώς ο ρόλος της είναι ανατρεπτικός για την ψυχική ισορροπία.
* * *ηη τάση κάποιου να κατευθύνει την προσοχή και τις συγκινήσεις του προς τον εξωτερικό κόσμο, προς τους άλλους.
Dictionary of Greek. 2013.